Οι κεντρικές τράπεζες πωλούν μέρος των διαθεσίμων τους σε χρυσό για να αυξήσουν τα συναλλαγματικά τους διαθέσιμα σε δολάρια, που θα τους αποδώσουν τόκους ενόψει και της επιθετικής στροφής της Federal Reserve σε περιοριστική πολιτική. Αυτό προδίδουν οι μειωμένες τιμές στις οποίες πωλείται τελευταία ο χρυσός που διατηρούν πολλές κεντρικές τράπεζες στα θησαυροφυλάκια της Τράπεζας της Αγγλίας. Ο όγκος του χρυσού στα θησαυροφυλάκια της Τράπεζας της Αγγλίας ανέρχεται σε 5.676 τόνους και είναι από τα μεγαλύτερα αποθέματα στον κόσμο.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς, φέτος οι αγορές χρυσού ενδέχεται να μειωθούν καθώς τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στρέφονται στο δολάριο που αποδίδει τόκους, αφού η Federal Reserve έχει ήδη εγκαινιάσει επιθετική στροφή σε περιοριστική πολιτική. Κατά συνέπεια, το δολάριο κινείται ανοδικά και αναμένεται να σημειώσει τη μεγαλύτερη ετήσια άνοδο των τελευταίων επτά ετών, με αποτέλεσμα βέβαια να ενταθούν οι πιέσεις που δέχονται ορισμένα νομίσματα αλλά και το κόστος δανεισμού ιδιαιτέρως των ευάλωτων αναδυόμενων αγορών. Σημειωτέον ότι ανάμεσα στις κεντρικές τράπεζες που εξακολουθούν να αγοράζουν χρυσό εκτεταμένα είναι η Τράπεζα της Ρωσίας, που προχωράει και πάλι σε εκτεταμένες αγορές χρυσού έχοντας «κλειδώσει» τιμή αγοράς τα 5.000 ρούβλια ανά γραμμάριο για όλη την περίοδο από τις 28 Μαρτίου μέχρι τις 30 Ιουνίου. Μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNBC, αναλυτές της Syz Bank τόνισαν πως το εμπόριο χρυσού γίνεται σε δολάρια και οι αγορές χρυσού δίνουν, έτσι, στην Τράπεζα της Ρωσίας τη δυνατότητα να συνδέσει το ρούβλι με το χρυσό και να ορίσει κατώτερη τιμή για το ρωσικό νόμισμα σε όρους δολαρίου. Στην περίπτωση αυτή, κάθε άνοδος που θα σημειώνει το ρούβλι θα οδηγεί σε άνοδο της τιμής του χρυσού. Η Ρωσία αγοράζει εκτεταμένα χρυσό από το 2014 και από την προσάρτηση της Κριμαίας, με αποτέλεσμα να μπορεί σήμερα να περηφανεύεται ότι έχει συγκεντρώσει τα πέμπτα μεγαλύτερα αποθέματα στον κόσμο. Επιχειρεί, έτσι, να θωρακίσει τη ρωσική οικονομία έναντι ενδεχόμενων ελλείψεων ρευστότητας που θα μπορούσαν να προκύψουν έπειτα από νέο κύμα κυρώσεων, αλλά και έναντι περαιτέρω μείωσης των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας για την εξυπηρέτηση του χρέους της σε δολάρια.